Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2008

Τα απόρρητα αρχεία του βρετανικού Φόρεϊν Όφις για την Ελλάδα του 1978


Οι Βρετανοί διπλωμάτες της πρεσβείας στην Αθήνα και του Φόρεϊν Όφις στο Λονδίνο σημείωναν ότι η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1977, που το είχε φέρει στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καθιστούσε επιτακτική την ανάγκη δημιουργίας επαφών με το κόμμα και τον Παπανδρέου, έστω και αν επρόκειτο για έναν «απρόβλεπτο ατομιστή» ή έναν «πολιτικό χωρίς ηθικές αξίες», σύμφωνα με ορισμένα σχόλια.
Μεγάλη έκταση στα αρχεία αφιερώνεται στην επίσκεψη του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή στο Λονδίνο, όπου είχε συνάντηση με τον ομόλογό του, Τζέιμς Κάλαχαν, με σκοπό να ζητήσει την επίσπευση των διαδικασιών ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Οι Βρετανοί που τάσσονταν υπέρ της ελληνικής ένταξης χωρίς ωστόσο να βιάζονται, εξέταζαν επίσης σε βάθος τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Μεγαλύτερη έμφαση δινόταν στις εξελίξεις στο Αιγαίο και στην προσπάθεια της Ελλάδας για τη δημιουργία ενός καθεστώτος ειδικής σχέσης με το ΝΑΤΟ, μετά την αποχώρησή της το ’74 από το στρατιωτικό σκέλος της συμμαχίας – ειδική σχέση στην οποία εναντιωνόταν η τουρκική κυβέρνηση του Μπουλέντ Ετσεβίτ.
Συχνές είναι επίσης οι αναφορές στις πρώτες ενδείξεις εσωκομματικών τριβών και διχόνοιας στους κόλπους της Νέας Δημοκρατίας, ενώ οι εκτιμήσεις συνέκλιναν στην περαιτέρω μείωση της επιρροής κομμάτων όπως η ΕΔΗΚ και το ΚΚΕ Εσωτερικών, περιορίζοντας τις επιλογές των κυβερνώντων Εργατικών στη Βρετανία για έναν συνομιλητή με παρόμοια ιδεολογία στην Ελλάδα. Εξεταζόταν επίσης το κατά πόσο το ΚΚΕ Εξωτερικού του Χαρίλαου Φλωράκη ήταν δυνατό να αποσπαστεί έστω και λίγο από τη γραμμή της Μόσχας ή να επανενωθεί με το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Εντονότατη αποκαλύπτεται επίσης η κινητοποίηση της κυβέρνησης του Λονδίνου να πείσει την ελληνική κυβέρνηση για την αγορά σύγχρονων βρετανικών αρμάτων μάχης.
Το φαινόμενο ΠΑΣΟΚ και ο «οπορτουνιστής» αρχηγός με τα πολλά πρόσωπα
Σε μια προσπάθεια να οριστεί το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα που είχε πλέον την ψήφο του 25% των Ελλήνων, προς έκπληξη των Βρετανών Εργατικών που βρίσκονταν στην εξουσία, ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα σερ Μπρουκ Ρίτσαρντς το περιγράφει ως ένα «μη-δογματικό μαρξιστικό κόμμα που στοχεύει σε μια ειρηνική μεταμόρφωση μέσω σημαντικών διαρθρωτικών αλλαγών που θα διασφαλιστούν με ένα νέο Σύνταγμα».
Η δημοτικότητα του κόμματος κατά τους Βρετανούς αυξανόταν συνεχώς και μόλις πέντε μήνες μετά τις εκλογές θα μπορούσε να εξασφαλίσει σε μια νέα εκλογική μάχη το 30% των ψήφων του εκλογικού σώματος, «αλλά όχι το 35% όπως υποστήριξε σε συνέντευξή του στους Νιου Γιορκ Τάιμς ο ηγέτης του». Η ενίσχυση αυτή αποδιδόταν εν μέρει στη διαίρεση της ΕΔΗΚ, καθώς όπως σημειώνεται «σε κανέναν Έλληνα δεν αρέσει να υποστηρίζει το χαμένο».
Σε έγγραφο που αναφέρεται σε εκτιμήσεις της αμερικανικής CIA για την επάνοδο στο πολιτικό προσκήνιο του Ανδρέα Παπανδρέου, τονίζεται ότι το ενδεχόμενο ανάδειξής του ως επικρατέστερου διαδόχου στην εξουσία του Καραμανλή είναι «ένας πιθανός λόγος για μια αντισυνταγματική κίνηση υποστηρικτών της άκρας δεξιάς». Πάντως σε πολλές εμπιστευτικές αναφορές προς το Φόρεϊν Όφις οι Βρετανοί διπλωμάτες στην Ελλάδα επικαλούνται κορυφαίους Έλληνες πολιτικούς που θεωρούν ότι ο φόβος μιας νέας στρατιωτικής κατάλυσης του πολιτεύματος είναι πολύ πιο περιορισμένος σε σχέση με το 1967 – αν και όχι ανύπαρκτος.
Mεταξύ των παραγόντων που συνετέλεσαν στην ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του ’77 σημειώνονται η αποχή και ο φόβος πολλών αγροτών από τις εξαγγελίες Καραμανλή περί ένταξης στην ΕΟΚ. Ο Παπανδρέου είχε κατορθώσει επίσης να εμφανιστεί πιο μετριοπαθής «περιορίζοντας τις χτυπητές μαρξιστικές θέσεις του προγράμματος του 1974», διατηρώντας ωστόσο παράλληλα την υποστήριξη πιο ριζοσπαστικών στοιχείων.
Στο ερώτημα τι θα ψήφιζε ένας οπαδός των Εργατικών αν μεταφερόταν στην Ελλάδα η απάντηση είναι «ξεκάθαρα ΠΑΣΟΚ», γράφει η βρετανική πρεσβεία, καθώς είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος του σοσιαλισμού στην Ελλάδα, αν και μακριά από το ευρωπαϊκό πρότυπο της σοσιαλδημοκρατίας. Αν και το κόμμα λειτουργεί υπό έναν «απρόβλεπτο ατομιστή», στην Ελλάδα οι προσωπικότητες υποκαθιστούν τα προγράμματα, σχολιάζεται χαρακτηριστικά.