Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

Αποχαιρετισμός στη Μουργκάνα από τον Σωτήρη Δημητρίου

,Παρουσιάστηκε το νέο του βιβλίο. Δεκάδες Ηπειρώτες στην εκδήλωση
Παρουσιάστηκε το νέο του βιβλίο. Δεκάδες Ηπειρώτες στην εκδήλωση

Στη ΣΤΟΑ ΒΙΒΛΙΟΥ, στην Αθήνα, οι εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα» παρουσίασαν την Τετάρτη το τελευταίο βιβλίο του Θεσπρωτου, από την Πόβλα Φιλιατών, Σωτήρη Δημητρίου, με τίτλο «Σαν το λίγο το νερό». Κατάμεστη η αίθουσα της Στοάς, και μεταξύ άλλων διακρίναμε, το Θεσπρωτό ζωγράφο, Σωτήρη Σόρογκα, το δημοσιογράφο, Γιώργο Βότση, τον αντιδήμαρχο της Αθήνας, Χρόνη Ακριτίδη, την αρχιτέκτονα, Εβελυν Τσίλικα, τους γνωστούς δικηγόρους της Αθήνας, Νατάσα Μπρίνια, Κώστα Γεωργάτο και Αντώνη Βενέτη, τον Ηπειρώτη συγγραφέα, Βασίλη Γκουρογιάννη, το Θεσσαλό, Χαράλαμπο Αλεξάνδρου, το φιλόλογο, Κώστα Τσαντίνη και τους λογοτέχνες, Τέλη Σαμαντά, Ηλία Γκρη, Φίλιππα Φιλίππου, Ανδρέα Μήτσου και Βασιλική Κάππα.
Το βιβλίο παρουσίασαν, λίαν επιτυχώς, η Κατερίνα Σχοινά, δημοσιογράφος, η Ελενα Κουτριάνου, λέκτορας Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και ο γνωστός σκηνοθέτης, Νίκος Παναγιωτόπουλος. Αποσπάσματα του βιβλίου διάβασε η Ηπειρώτισσα ηθοποιός, Ελευθερία Γεροφωκά.
Ετσι η τριλογία, που άρχισε ο Σωτήρης Δημητρίου με το μυθιστόρημα «Ν'ακούω καλά τ'όνομά σου» και το αφήγημα «Τους τα λέει ο Θεός», με επίκεντρο τη γλώσσα και τον κόσμο της Μουργκάνας, κλείνει με τη νουβέλα του «Σαν το λίγο το νερό».Το πρόσφατο εκδοθέν βιβλίο του Σωτήρη Δημητρίου δεν είναι παρά ένας αποχαιρετισμός στα όσα τον ενέπνευσαν: Στον όγκο και τον κόσμο της Μουργκάνας, στο γλωσσικό ιδίωμα της περιοχής, γεμάτος ποιητικές μεταφορές, ένας λεκτικός πλούτος, που πριν τον αφανίσει ο χρόνος, διέσωσε η δυνατή πέννα του Σωτήρη και τ'αποχαιρετά με αγάπη και ευγνωμοσύνη. Ενας ελεγειακός αποχαιρετισμός στις κορφές της Μουργκάνας, στη γλώσσα της μάνας, στον χωριανικό τρόπο ζωής, στον ανταρτοπόλεμο της δεκαεατίας του 1940, που ρήμαξε την περιοχή.

«...Τις είχαν τις γυναίκες στο κατώι και τις μαρτούρευαν. Σε κάνα-δύο είχαν ζεματίσει με τη μασιά στη γλώσσα. Είχαν βάλει το γραμμόφωνο στο τέλος να μην ακούγονται οι φωνούλες τους… Διάβηκαν μπροστά από τούτους Τούρκοι, Γερμανοί και Ιταλοί, έπαθε και έπαθε ο κόσμος, αλλά σαν τους αντάρτες δεν πέρασε άλλο βρωμασκέρι τέτοιο».

Αλλά, παρ’ όλα αυτά «φυσάει ακόμη ο Λίσβας και φέρνει απ’ τις κορφές της Μουργκάνας δροσιές και χαιρετίσματα».