Ανησυχητικά αυξάνουν τα κρούσματα θανάτωσης αρκούδων στην περιοχή της Πίνδου, χωρίς παρόλα αυτά οι αρμόδιοι φορείς να έχουν μέχρι σήμερα λάβει τα αναγκαία μέτρα προστασίας των άγριων ζώων, ακόμη και εντός των ορίων του Εθνικού Πάρκου, που θεωρείται προστατευόμενη περιοχή.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι το γεγονός ότι από πέρυσι το καλοκαίρι και μέχρι σήμερα 20 ζώα έχουν χάσει τη ζωή τους, όμως καμιά υπόθεση από αυτές δεν έχει οδηγήσει στην εύρεση και την τιμωρία των δραστών! Αυτά επισημαίνει η περιβαλλοντική οργάνωση «Καλλιστώ» σε χθεσινή της ανακοίνωση, με αφορμή τον πρόσφατο εντοπισμό μίας ακόμη νεκρής αρκούδας κοντά στο Βοτονόσι, εκφράζοντας παράλληλα την έντονη ανησυχία της για την τύχη των αρκούδων στην ευρύτερη περιοχή της Βορείου Πίνδου. Η Οργάνωση φαίνεται να συμφωνεί και με την άποψη της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Ηπείρου που έκανε την προηγούμενη εβδομάδα λόγο για θανάτωση του ζώου από κτηνοτρόφους ή γεωργούς ως αντίποινα για ζημιές που έχει προκαλέσει αναζητώντας τροφή και με την σειρά της ζητά επίσης την καταβολή αποζημιώσεων σε παραγωγούς που υφίστανται καταστροφές από αρκούδες, προκειμένου να αποφευχθούν τα αντίποινα εναντίον τους.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της «Καλλιστώς», η πληροφορία για μια ακόμη αρκούδα που βρέθηκε νεκρή στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Μετσόβου προκάλεσε έντονη έκπληξη στους επιστήμονες της οργάνωσης. Αυτό, δεδομένου ότι βρισκόμαστε ακόμη στο τέλος της χειμερινής περιόδου οπότε κανείς δεν θα περίμενε πως θα καταγράφονταν κιόλας το πρώτο περιστατικό παράνομης εξόντωσης άγριου ζώου και μάλιστα στο Εθνικό Πάρκο Β. Πίνδου. Έναν χώρο όπου θεωρητικά, σύμφωνα με την Οργάνωση, το είδος βρίσκεται και υπό ενισχυμένο καθεστώς προστασίας.
Στην ανακοίνωση τονίζεται πως την περασμένη Κυριακή διενεργήθηκε αυτοψία από δημοτικό κτηνίατρο του Μετσόβου αλλά και την κτηνίατρο της «Καλλιστώς» Σούζαν Ρίγκλερ, τα πορίσματα της οποίας είναι πολύ διαφωτιστικά για την αιτία θανάτου του ζώου. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε πως η αρκούδα έφερε διαμπερές θανατηφόρο τραύμα από πυροβόλο όπλο σε λαιμό - θώρακα. Επειδή μάλιστα βρέθηκε νεκρό κοντά σε μία ρεματιά και όχι πολύ μακριά από σημείο όπου βρίσκονται μόνιμες στάνες, οι ειδικοί υποπτεύονται πως τα κίνητρα του δράστη ήταν μάλλον οι εποχικές ζημιές που προκαλεί η αρκούδα σε αναζήτηση τροφής. Το άτυχο ζώο ήταν, σύμφωνα με την «Καλλιστώ», ένα νεαρό αρσενικό ανώριμο άτομο, ηλικίας περίπου τριών ετών και βάρους 70 κιλών, ενώ εξαιρετικά ανησυχητικό χαρακτηρίζεται το γεγονός πως τα πέλματά του ήταν σχεδόν άφθαρτα. Πράγμα που κάνει πιθανή την βίαιη εκδίωξη του ζώου από τη φωλιά του, πριν αυτό ξυπνήσει από το χειμέριο λήθαργο. Θα πρέπει ιδιαίτερα να σημειωθεί πως το νέο αυτό κρούσμα είναι το 20ο περιστατικό θανάτωσης αρκούδας στην ευρύτερη περιοχή της Πίνδου από πέρυσι το καλοκαίρι και μέχρι φέτος την άνοιξη και πρόκειται και για μία από τις ελάχιστες φορές που οι ειδικοί αρχίζουν να μετρούν απώλειες τόσο νωρίς μετά το τέλος του χειμώνα!
Αναφερόμενη στις προσπάθειες που καταβάλλει η ίδια για την προστασία των αρκούδων, η «Καλλιστώ» σημειώνει πως μέχρι σήμερα έχει υλοποιήσει πρόγραμμα παρακολούθησης της πανίδας του Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου, σε συνεργασία με το Φορέα Διαχείρισης του Πάρκου και έχει επανειλημμένα επισημάνει την άμεση ανάγκη ενίσχυσης τόσο των μηχανισμών φύλαξης της περιοχής όσο και την ανάγκη προώθησης των γεωργο-περιβαλλοντικών ενισχύσεων οι οποίες αφορούν στην προστασία των παραγωγών από τις ζημιές αγρίων ζώων. Τα μέτρα αυτά, για την περίοδο 2007-2013 θα ισχύσουν μετά την υπογραφή της σχετικής ΚΥΑ, η οποία όμως ακόμη αναμένεται.Καταλήγοντας στην ανακοίνωσή της η «Καλλιστώ» κάνει αναφορά και σε ένα ακόμη περιστατικό θανάτωσης αρκούδας στην περιοχή του όρους Βίτσι, το πτώμα της οποίας ανακαλύφθηκε πρόσφατα και αποδείχθηκε πως το άτυχο ζώο είχε χτυπηθεί από σκάγια πυροβόλου όπλου έχοντας προκαλέσει ζημιές σε αμπέλια. Σχολιάζοντας την αναποτελεσματική προστασία των άγριων ζώων η Οργάνωση σημειώνει πως «καμία υπόθεση παράνομης εξόντωσης αρκούδας δεν έχει μέχρι σήμερα τελεσιδικήσει, αφήνοντας ένα απόλυτα προστατευόμενο είδος στην αυτοδικία των ανθρώπων και στην αναποτελεσματικότητα των θεσμών».